Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: καταλαλητής
1 εγγραφή
[Λεξικό Κριαρά]
καταλαλητής ο.
  • Αυτός που κατηγορεί, συκοφάντης:
    • (Αποκ. Θεοτ. (Pern.) 249).

[<αόρ. του καταλαλώ + κατάλ. τής. Η λ. στο Meursius (τάδες)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες