Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: καταδημαγωγώ
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
καταδημαγωγώ [kataδimaγoγó] Ρ10.9α : ασκώ πολύ μεγάλη δημαγωγία.

[λόγ. < ελνστ. καταδημαγωγῶ]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες