Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: καταδαπανώ
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
καταδαπανώ [kataδapanó] Ρ10.1α -ώμαι Ρ11 : (λόγ.) καταξοδεύω, κατασπαταλώ.

[λόγ. < αρχ. καταδαπανῶ]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες