Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: καταβρεχτήρας
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
καταβρεχτήρας ο [katavrextíras] Ο2 : βυτιοφόρο αυτοκίνητο που καταβρέχει τους καλοκαιρινούς μήνες τους δρόμους των πόλεων.

[λόγ. καταβρεκ- (καταβρέχω) -τήρ > -τήρας και προσαρμ. στη δημοτ. με ανομ. τρόπου άρθρ. [kt > xt] ]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες