Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- καρδιογραφία η [karδioγrafía] Ο25 : ηλεκτροδιαγνωστική μέθοδος ελέγχου της λειτουργίας της καρδιάς.
[λόγ. < γαλλ. cardiographie < cardio- = καρδιο- + -graphie = -γραφία]



