Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- καντάτα η [kantáta] Ο25 : (μουσ.) εκτεταμένο χορωδιακό έργο, με θρησκευτικό κυρίως θέμα, με ή χωρίς μονωδούς και συνήθ. με συνοδεία ορχήστρας: Ο Mπαχ συνέθεσε θρησκευτικές και κοσμικές καντάτες.
[λόγ. < ιταλ. cantata]



