Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: καλώδιον
1 εγγραφή
[Λεξικό Κριαρά]
καλώδιον το.
  • Σχοινί:
    • τα της πρώρας καλώδια (Δούκ. 10716).

[αρχ. ουσ. καλῴδιον. H λ. και σήμ. (ο)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες