Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: καλωδίωση
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
καλωδίωση η [kaloδíosi] Ο33 : τοποθέτηση καλωδίων σε μια ηλεκτρική ή τηλεπικοινωνιακή εγκατάσταση.

[λόγ. καλώδι(ον) -ωσις > -ωση]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go