Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: κακόπαιδο
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
κακόπαιδο το [kakópeδo] Ο41 : (οικ.) άταχτο παιδί.

[κακο- + παιδ(ί) -ο]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες