Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Κριαρά]
- κακοψυχώ.
-
- Aσθενώ βαριά:
- θέλει κακοψυχήσει και φόρτσι να πεθάνει (Mαχ. 2462).
[<επίθ. κακόψυχος. Λ. ‑ίζω στο Somav. Τ. σήμ. ιδιωμ. (Andr.)]
- Aσθενώ βαριά:
Ένα εγχείρημα του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας για την υποστήριξη της ελληνικής γλώσσας στη διαχρονία της: αρχαία ελληνική, μεσαιωνική ελληνική, νέα ελληνική αλλά και στη συγχρονική της διάσταση.
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[<επίθ. κακόψυχος. Λ. ‑ίζω στο Somav. Τ. σήμ. ιδιωμ. (Andr.)]
| © 2006 - 2008 Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας | Δικαίωμα Πνευματικής Ιδιοκτησίας | Όροι Χρήσης |