Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: κακογλωσσιά
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
κακογλωσσιά η [kakoγlosxá] Ο24 : (οικ.) κακολογία, κακόβουλα σχόλια και συζητήσεις: Φοβάμαι την ~ του κόσμου.

[αρχ. κακογλωσσία με συνίζ. για αποφυγή της χασμ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες