Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: κακεντρεχής -ής -ές
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
κακεντρεχής -ής -ές [kakendreís] Ε10 : χαρακτηρισμός ανθρώπου μοχθηρού που επιδιώκει το κακό των άλλων και που χαίρεται όταν συμβεί κτ. δυσάρεστο σε κπ.: ~ άνθρωπος και ως ουσ. ο κακεντρεχής.

[λόγ. < αρχ. κακεντρεχής]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go