Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: καθρεφτίζομαι
1 εγγραφή
[Λεξικό Κριαρά]
καθρεφτίζομαι· καρφιχτίζομαι.
  • Kαθρεφτίζομαι:
    • τούτα μου τα μάτια ας καρφιχτίσου, πόση λαχτάρα και φωτιά μου δίδει η πρόσοψή σου (Xορτάτση, Eλευθ. Iερουσ. A´ 113).

[<ουσ. καθρέφτης + κατάλ. ίζομαι. Η λ. στο Somav. και σήμ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες