Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: καθαρολογία
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
καθαρολογία η [kaθarolojía] Ο25 : η χρήση της δόκιμης καθαρεύουσας στο γραπτό και στον προφορικό λόγο.

[λόγ. καθαρολόγ(ος) -ία]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες