Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: καθέκαστα
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
καθέκαστα τα [kaθékasta] Ο (μόνο στην ονομ. και αιτ.) : οι λεπτομέρειες ενός γεγονότος, τα επί μέρους στοιχεία μιας υπόθεσης: Mου διηγήθηκε το περιστατικό με όλα τα ~. Tου έγραψα τα ~.

[λόγ. < ελνστ. φρ. τά καθ΄ ἕκαστα ουδ. πληθ. του ἕκαστος]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες