Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ιχνοστοιχείο το [ixnostixío] Ο39 (συνήθ. πληθ.) : (βιολ.) μικρές ποσότητες χημικών στοιχείων που είναι απαραίτητες για την ανάπτυξη ενός οργανισμού.
[λόγ. ίχν(ος) -ο- + στοιχείον μτφρδ. αγγλ. trace element]



