Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ιντερπόλ
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ιντερπόλ η [interpól] Ο (άκλ.) : διεθνής αστυνομία.

[λόγ. < γαλλ. interpol (ορθογρ. δαν.) < σύντμ. των inter(national) `διεθνής΄ και pol(ice) `αστυνομία΄]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες