Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: ινδουιστής
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ινδουιστής ο [inδuistís] Ο7 θηλ. ινδουίστρια [inδuístria] Ο27 : ο πιστός του ινδουισμού. || (ως επίθ.): Iνδουιστές μοναχοί.

[λόγ. < γαλλ. indouiste (-iste = -ιστής) (δες στο ινδουισμός)· λόγ. ινδουισ(τής) -τρια]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go