Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: θυσιαστής
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
θυσιαστής ο [θisiastís] Ο7 : ο ιερέας ο οποίος τελούσε τη θυσία· θύτης1.

[λόγ. < ελνστ. θυσιαστής]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες