Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: θλάση
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
θλάση η [θlási] Ο31 : (ιατρ.) κάκωση των ιστών του σώματος που δε συνοδεύεται και από βλάβη της συνέχειας του δέρματος και που δημιουργείται από κάποια μηχανική βλάβη: ~ των οστών / των νεύρων / των μυών / των μαλακών μορίων.

[λόγ. < αρχ. θλά(σις) -ση]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες