Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: ημιανάπαυση
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ημιανάπαυση η [imianápafsi] Ο33 : (γυμν.) στάση της γυμναστικής και το αντίστοιχο παράγγελμα, κατά την οποία το αριστερό πόδι μετακινείται λίγο μπροστά ή αριστερά, ενώ το σώμα παραμένει τεντωμένο· (πρβ. ανάπαυση2).

[λόγ. ημι- + ανάπαυ(σις) -ση]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go