Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: ηλεκτροπληξία
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ηλεκτροπληξία η [ilektropliksía] Ο25 : βίαιος και σφοδρός κλονισμός του νευρικού συστήματος, συχνά θανατηφόρος, που προκαλείται από τη διοχέτευση ηλεκτρικού ρεύματος σε ένα ζωντανό οργανισμό: Kίνδυνος ηλεκτροπληξίας.

[λόγ. ηλεκτρο- + αρχ. πλῆξ(ις) `χτύπημα΄ -ία μτφρδ. αγγλ. electric shock ή electroshock (electro- = ηλεκτρο-)]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go