Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: ηλεκτρολύτης
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ηλεκτρολύτης ο [ilektrolítis] Ο10 : κάθε χημική ένωση που διασπάται στα στοιχεία της με τη βοήθεια του ηλεκτρικού ρεύματος.

[λόγ. < διεθ. electro- = ηλεκτρο- + -lyte < αρχ. λυτός, π.χ. αγγλ. electrolyte, σφαλερή δημιουργία αντί π.χ. του παλαιότερου ηλεκτρόλυτο(ν)]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go