Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ζούληγμα
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ζούληγμα το [zúliγma] Ο49 : η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του ζουλώ· ζούπηγμα.

[ζουληκ- (ζουλώ) -μα με αφομ. ηχηρ. [km > γm] ]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες