Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ζουπίζω [zupízo] -ομαι Ρ2.3 : ζουπώ.
[< *ζοπίζω (με τροπή [o > u] από επίδρ. του χειλ. [p] ) < αρχ.(;) *διοπίζω `βγάζω τον ὀπό, το χυμό΄ με τροπή [δi > z] (πρβ. διαβολιά > ζαβολιά)]



