Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ζιγγίβερι
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Κριαρά]
ζιγγίβερι το· ζίγγιβερ· ζινζίβεριν· ζιντζίβερ· ζιτζίβερ· ζιτζίβερι.
  • Φυτό που η ρίζα του χρησιμοποιείται στην ιατρική:
    • ζιντζίβερ και θείον καθαρόν (Ιερακοσ. 43610).

[μτγν. ουσ. ζιγγίβερι· βλ. και LBG, λ. ζιγγίβερ]

[Λεξικό Κριαρά]
ζιγγίβερις η· ζιτζίβερις.
  • Φυτό που η ρίζα του χρησιμοποιείται στην ιατρική:
    • (Ιερακοσ. 38628).

[μτγν. ουσ. ζιγγίβερις]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες