Παράλληλη αναζήτηση
| 2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Κριαρά]
- ζαφείρα η.
-
- Ζαφείρι:
- τάβλαν … από την ζαφείραν (Διήγ. Αλ. V 50).
[<ουσ. ζαφείρι + κατάλ. ‑α. Πβ. Μηνάς 1978: 42-6]
- Ζαφείρι:
[Λεξικό Κριαρά]
- ζάφειρας ο.
-
- Ζαφείρι:
- τραπέζιν από το ζάφειραν το λιθάριν (Διήγ. Αλ. G 272).
[<ουσ. ζαφείρι + κατάλ. ‑ας. Πβ. Μηνάς 1978: 144-53]
- Ζαφείρι:



