Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ζαριά
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ζαριά η [zarjá] Ο24 : το κάθε ρίξιμο των ζαριών και ο συνδυασμός που επιτυγχάνεται: Mε δύο ζαριές πήρε πίσω όλα τα χαμένα. Kαλή / κακή ~.

[ζάρ(ι) -ιά]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες