Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ζίνα
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ζίνα η [zína] Ο25α : το έντομο σκαθάρι. || για ωραία μαύρα και στιλπνά μαλλιά: Mαλλιά σαν ~.

[ηχομιμ. από ήχο ζιν (;)]

[Λεξικό Κριαρά]
ζίνα η,
βλ. τζίνα.
< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες