Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ζέπελιν
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ζέπελιν το [zépelin] Ο (άκλ.) : είδος πηδαλιουχούμενου αερόπλοιου.

[λόγ. < γερμ. Zeppelin (ορθογρ. δαν.) < ανθρωπων. Zeppelin (όν. του κατασκευαστή)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες