Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: ευρυχωρία
2 items total [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ευρυχωρία η [evrixoría] Ο25 : η ιδιότητα του ευρύχωρου, άνεση χώρου: Tο δωμάτιο έχει μεγάλη ~. Έχουμε αρκετή ~ στο σπίτι μας. Έχουμε μεγάλη στενότητα χώρου, μας λείπει η ~.

[λόγ. < αρχ. εὐρυχωρία]

[Λεξικό Κριαρά]
ευρυχωρία η.
  • Ευρύτητα, άνεση χώρου:
    • Βλέψον της κόγχης … πάσαν ευρυχωρίαν (Παϊσ., Ιστ. Σινά 521
    • φρ. καθίστημι εις ευρυχωρίαν = πλαταίνω:
      • (Δούκ. 28517).

[αρχ. ουσ. ευρυχωρία. Η λ. και σήμ.]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go