Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ευθυτενής -ής -ές
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ευθυτενής -ής -ές [efθitenís] Ε10 : (λόγ., ιδ. για πρόσ.) που είναι όρθιος και εντελώς ίσιος: Ευθυτενές παράστημα. Είχε το κουράγιο να σταθεί ~ μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα. ευθυτενώς ΕΠIΡΡ.

[λόγ. < ελνστ. εὐθυτενής, εὐθυτενῶς]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες