Combined Search
1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ευερέθιστος -η -ο [everéθistos] Ε5 : που ερεθίζεται εύκολα, που εξάπτεται και εκνευρίζεται με το παραμικρό: ~ άνθρωπος, ευέξαπτος.
[λόγ. < ελνστ. εὐερέθιστος]