Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: ευερέθιστος -η -ο
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ευερέθιστος -η -ο [everéθistos] Ε5 : που ερεθίζεται εύκολα, που εξάπτεται και εκνευρίζεται με το παραμικρό: ~ άνθρωπος, ευέξαπτος.

[λόγ. < ελνστ. εὐερέθιστος]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go