Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: ετεροφυλοφιλία
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ετεροφυλοφιλία η [eterofilofilía] Ο25 : η ιδιότητα του ανθρώπου να επιδιώκει σεξουαλικές σχέσεις με άτομα του άλλου φύλου.

[λόγ. ετεροφυλόφιλ(ος) -ία κατά το ομοφυλοφιλία μτφρδ. αγγλ. heterosexuality]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go