Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ετεροκυκλικός -ή -ό [eterokiklikós] Ε1 : (χημ.) κατηγορία οργανικών, κυκλικών χημικών ενώσεων που σε κπ. από τους κυκλικούς δακτυλίους τους περιλαμβάνουν και ένα τουλάχιστον άτομο διαφορετικό από του άνθρακα.
[λόγ. < αγγλ. heterocyclic < hetero- = ετερο- + κύκλ(ος) -ic = -ικός]



