Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: ετεροδικία
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ετεροδικία η [ereroδikía] Ο25 : το προνόμιο που ένα κράτος παραχωρεί σε ξένους υπηκόους, ιδίως διπλωματικούς υπαλλήλους, να δικάζονται στη χώρα τους και σύμφωνα με τους νόμους της για αδικήματα που διέπραξαν στο έδαφός του: Ποινική / αστική ~.

[λόγ. ετερο- + δίκ(η) -ία]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go