Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Κριαρά]
- ερωταπόκρισις η· ’ρωταπόκριση.
-
- α) Ερώτηση και απάντηση, διάλογος, συζήτηση:
- δεινούς … (ενν. αποκρισαρίους), καλούς, φρονίμους τε εις ερωταποκρίσεις (Γεωργηλ., Βελ. Λ 619)·
- β) απάντηση σε ερώτηση:
- έχομε ’ρωταπόκρισες να σας αποκριθούμε (Αλεξ. 1924).
[<ουσ. ερώτησις + απόκρισις. Η λ. στο Du Cange (λ. ‑ίσεις) και σήμ. (‑η)]
- α) Ερώτηση και απάντηση, διάλογος, συζήτηση:



