Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: ερυσίπελας
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ερυσίπελας το [erisípelas] Ο (βλ. Ο51) : (ιατρ.) λοιμώδες δερματικό νόσημα που οφείλεται σε παρουσία στρεπτοκόκκων και χαρακτηρίζεται από ύπαρξη οιδήματος.

[λόγ. < αρχ. ἐρυσίπελας]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go