Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- επιπεδόκυρτος -η -ο [epipeδókirtos] Ε5 : (φυσ.) ~ φακός, που η μία του επιφάνεια είναι επίπεδη και η άλλη κυρτή.
[λόγ. επίπεδ(ος) -ο- + κυρτ(ός) -ος μτφρδ. αγγλ.(;) plano-convex]



