Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: επιλόχειος -α -ο
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
επιλόχειος -α -ο [epilóxios] Ε6 : (ιατρ.) που αναφέρεται στη λοχεία: Ο ~ πυρετός, λοίμωξη τμήματος των γεννητικών οργάνων της γυναίκας που συμβαίνει ύστερα από τοκετό ή από άμβλωση.

[λόγ. επι- λοχεί(α) -ος (πρβ. αρχ. λόχιος `της γέννας΄)]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go