Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: επιδιορθωτής
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
επιδιορθωτής ο [epiδiorθotís] Ο7 θηλ. επιδιορθώτρια [epiδiorθótria] Ο27 : ειδικός τεχνίτης που ασχολείται επαγγελματικά με την επιδιόρθωση βλαβών: ~ υποδημάτων, ο τσαγκάρης.

[λόγ. επιδιορθω- (δες επιδιορθώνω) -τής (πρβ. ελνστ. ἐπιδιορθωτικός)· λόγ. επιδιορθω(τής) -τρια]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες