Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: επιδειξίας
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
επιδειξίας ο [epiδiksías] Ο3 : α.(ιατρ.) αυτός που πάσχει από επιδειξιομανίαα, αυτός που επιδιώκει να γυμνώνεται μπροστά σε άλλους ανθρώπους και ιδίως να επιδεικνύει τα γεννητικά του όργανα. β. καταχρηστικά, αυτός που του αρέσει να επιδεικνύεται, να προβάλλει τον εαυτό του για εντυπωσιασμό: Ο φίλος σου είναι μεγάλος ~.

[λόγ. επίδειξ(ις) -ίας μτφρδ. γαλλ. exhibitionniste]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες