Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: επίσταξη
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
επίσταξη η [epístaksi] Ο33 : (ιατρ.) η ρινορραγία.

[λόγ. < αρχ. ἐπίσταξις (-σις > -ση)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες