Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Κριαρά]
- επίθεσις η.
-
- 1) Τοποθέτηση επάνω σε κ.:
- διά της επιθέσεως των χειρών των αποστόλων δίδοται το πνεύμα το άγιον (Ιστ. πατρ. 18815).
- 2) (Προκ. για πόλεμο) επίθεση:
- (Ιστ. Ηπείρ. ΙV10)·
- (μεταφ.):
- των δανειστών μου, βασιλεύ, λύσον τας επιθέσεις (Προδρ. III 285 χφφ PK κριτ. υπ).
[αρχ. ουσ. επίθεσις. Η λ. και σήμ. (‑η)]
- 1) Τοποθέτηση επάνω σε κ.:



