Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Κριαρά]
- εξώπροικα τα.
-
- Προσωπική περιουσία της συζύγου που δεν περιλαμβάνεται στην προίκα:
- (Βακτ. αρχιερ. 153).
[ουδ. του επιθ. εξώπροικος (LBG) στον πληθ. ως ουσ. Τ. εξώπρουκα στο Somav. Η λ. τον 8. αι. (LBG) και σήμ. ιδιωμ.]
- Προσωπική περιουσία της συζύγου που δεν περιλαμβάνεται στην προίκα:



