Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: εξωσχολικός -ή -ό
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
εξωσχολικός -ή -ό [eksosxolikós] Ε1 : που γίνεται ή υπάρχει ανεξάρτητα από το σχολείο και ιδίως από το πρόγραμμα και τις υποχρεώσεις, τις οποίες αυτό επιβάλλει στους μαθητές: Εξωσχολική ζωή / μόρφωση. Εξωσχολικές δραστηριότητες των μαθητών. Εξωσχολικά βιβλία.

[λόγ. εξω- + σχολικός]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες