Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: εξοχότητα
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
εξοχότητα η [eksoxótita] Ο28 : τιμητικός τίτλος ή προσφώνηση για ανώτατο πολιτικό αξιωματούχο: H εξοχότητά σας, σεις, εξοχότατε. H εξοχότητά του, ο εξοχότατος. H Aυτού / Aυτής ~, ο εξοχότατος / η εξοχοτάτη. Οι Aυτών εξοχότητες.

[λόγ. < ελνστ. ἐξοχότης, αιτ. -ητα `υπεροχή΄ σημδ. ιταλ. eccellenza & γαλλ. excellence (τίτλος ανώτατων καθολικών ιερωμένων και ανώτατων πολιτικών στην Ιταλία και στη Γαλλία)]

[Λεξικό Κριαρά]
εξοχότητα η.
  • (Ως τιμητικός τίτλος):
    • Παρακαλώ … την εξοχότητά σου (Ερωφ. Αφ. 53).

[<επίθ. έξοχος + κατάλ. τητα. Η λ. σε Γλωσσάρ. και σήμ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες