Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: εξιχνίαση
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
εξιχνίαση η [eksixníasi] Ο33 : η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του εξιχνιάζω: H ~ μιας σκοτεινής υπόθεσης, διαλεύκανση.

[λόγ. εξισχνια- (εξιχνιάζω) -σις > -ση]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go