Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- εξακτική η [eksaktikí] Ο29 : κλάδος της οδοντιατρικής που ασχολείται με την εξαγωγή των δοντιών.
[λόγ. εξακ- (εξάγω) -τική, θηλ. του -τικός μτφρδ. γαλλ. extraction des dents]



