Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- εξάστηλος -η -ο [eksástilos] Ε5 : (για κείμενο δημοσιευμένο σε εφημερίδα ή σε περιοδικό) που καταλαμβάνει χώρο έξι στηλών. || (ως ουσ.) το εξάστηλο, δημοσίευμα που καταλαμβάνει χώρο έξι στηλών.
[λόγ. εξα- + στήλ(η) -ος]



